Μια ιστορία πειρασμών, η ιστορία

οι φωνές

(Σελίδες από το ημερολόγιο της Μαργαρίτας)

1 Νοεμβρίου
Συμβαίνει κάτι τρελό και παράξενο, κάτι τρελοπαράξενο. Το λέω σ’ εσένα καλό μου ημερολόγιο και περιμένω κατανόηση.
Ακούω φωνές!
Μου έχουν πει ότι όταν κάποιος ακούει φωνές μέσα στο μυαλό του τον πάνε στο γιατρό και ο γιατρός τού δίνει χάπια.
Εγώ δεν ακούω φωνές μέσα στο μυαλό μου, τις ακούω έξω από το μυαλό μου: οι φωνές έρχονται από το ψυγείο, από τα πιάτα, από την ψωμιέρα, από τα ντουλάπια της κουζίνας. Όταν περνάω έξω από παγωτατζίδικο ακούω φωνές. Όταν περνάω έξω από τυροπιτάδικο ακούω φωνές. Όταν περνάω έξω από ζαχαροπλαστείο ακούω φωνές – σ’ αυτή την περίπτωση μάλιστα πρόκειται για κραυγές εκκωφαντικές που συνοδεύονται κι από μουσική!
Δεν ξέρω αν υπάρχουν κι άλλοι άνθρωποι που ακούνε τέτοιες φωνές - φοβάμαι μήπως πάσχω από κάτι τρομερό.
Αποφάσισα να γράψω την ιστορία μου χθες, όταν ο μπαμπάς μού έβαλε στο πιάτο μια σαλάτα με καρότα, λάχανα και άλλες πρασινάδες. Ο μπαμπάς κάνει δίαιτα και τώρα θέλει να πεινάμε μαζί και να τρώμε μαζί πράγματα που δεν τρώγονται. Τα λουλούδια δεν τρώγονται, γιατί να τρώγονται τα λαχανικά;
Παρ’ όλ’ αυτά, περίμενα ότι θα ακούσω μια φωνή, τη φωνή του καρότου, του λάχανου και της πρασινάδας –ότι θ’ ακούσω έστω έναν ψίθυρο- αλλά δεν άκουσα τίποτα. Κι ύστερα, όταν σηκώθηκα λυπημένη από το τραπέζι, πλησίασα άθελά μου τον καταψύκτη όπου ξέρω ότι υπάρχει παγωτό και τότε άκουσα πάλι τις φωνές...
Έβαλα τα χέρια μου στα αυτιά μου, αλλά η παγωτοφωνή ήταν βροντώδης: «Έχω στρώσεις άσπρης, μαύρης και καφέ σοκολάτας, κομματάκια μπισκότου και σιρόπι καραμέλας... Λιώνω γλυκά και αργά στο στόμα...» Έτρεξα να κρυφτώ στο δωμάτιό μου: αν με έπιανε η μαμά ή ο μπαμπάς να τρώω παγωτό όρθια μπροστά στο ψυγείο θα είχαμε κι άλλες φασαρίες.

10 Νοεμβρίου
Οι φασαρίες άρχισαν από τότε που ο μπαμπάς αποφάσισε πως είμαι χοντρή. Μ’ έσπρωξε πάνω στη ζυγαριά κι ενώ με ζύγιζε εγώ προσπαθούσα να ελαφρύνω (σήκωνα ύπουλα το ένα πόδι) αλλά δεν κατάφερα τίποτα και η ζυγαριά έδειξε 43 κιλά, δηλαδή πολλά – το φυσιολογικό είπε ο μπαμπάς είναι 34! Ειλικρινά δεν φταίω: μου τραγουδάνε και μου μιλάνε τα κρουασάν βουτύρου, το σοκολατένιο γάλα, τα μπισκότα – ακόμα και το βούτυρο! Όχι ότι θα φάω το βούτυρο σκέτο – ονειρεύομαι όμως χοντρές φέρες ψωμί με βούτυρο και μαρμελάδα, ή μέλι, ή, ακόμα καλύτερα μερέντα. Η μερέντα τραγουδάει ροκ εντ ρολ, που είναι η αγαπημένη μουσική όλης μας της οικογένειας. Τι θα κάνω; Θα με πάνε στον τρελογιατρό;

16 Νομεβρίου
Δεν με πήγαν στον τρελογιατρό. Με πήγαν στον παιδίατρο και ο παιδίατρος είπε ότι αν παχύνω κι άλλο θα πάθει η καρδιά μου. Τι θα πάθει, δεν μου είπε. Επίσης, με πήγαν στον οδοντογιατρό, παρότι, επειδή δεν ήθελα να πάω (σιχαίνομαι τον οδοντογιατρό και τα οδοντογιατρικά μηχανήματα) παρίστανα ότι είμαι άρρωστη, ότι είμαι καρδιακή. Κανείς δεν με πίστεψε κι έτσι πέρασα και τη δοκιμασία του οδοντογιατρού: «Τρως καραμέλες;» με ρώτησε, αν και ήξερε την απάντηση. Γιατί με ρωτάνε πράγματα όταν ξέρουν την απάντηση; Ποτέ δεν θα μάθω γιατί το κάνουν αυτό. Ο οδοντογιατρός μού έδωσε καινούργια οδοντόβουρτσα (σκληρή) και οδοντόκρεμα με γεύση πορτοκάλι (τα πορτοκάλια δεν μ’ αρέσουν – ούτε τα μανταρίνια!) και μου είπε: «Αν συνεχίσεις έτσι θα πέσουν τα δόντια σου». Δηλαδή θα είμαι μια χοντρή χωρίς δόντια. Έβαλα τα κλάματα, κανείς όμως δεν με παρηγόρησε. Περίμενα επί ώρα να με παρηγορήσει κάποιος κι ύστερα απελπίστηκα και σταμάτησα να κλαίω χωρίς παρηγοριά. Νομίζω ότι κανείς δεν μ’ αγαπάει εκτός από τα ωραία γλυκά και τα ωραία φαγητά που μου μιλάνε με τρυφερότητα όλες τις ώρες της μέρας και της νύχτας.

2 Δεκεμβρίου
Το βασανιστήριο συνεχίστηκε και τις επόμενες μέρες.

4 Δεκεμβρίου
Σήμερα στο σχολείο άκουσα φωνές από το κυλικείο, κυρίως από μια μηλόπιτα συσκευασμένη σε ασημόχαρτο. Η φωνή διαπέρασε το ασημόχαρτο κι έφτασε στ’ αυτιά μου. Όλο το πρωί ήμουν αφηρημένη• ονειρευόμουν μηλόπιτες. Το μεσημέρι, λίγο πριν από το σχόλασμα, δεν άντεξα: πήγα κι αγόρασα τη μηλόπιτα κι επειδή δεν μου έφτανε το χαρτζιλίκι, δανείστηκα από τη Στέλλα. Η Στέλλα είναι η καλύτερή μου φίλη κι αντίθετα από μένα δεν της αρέσει το φαγητό, βαριέται να φάει και την κυνηγάνε να την ταΐσουν λες κι είναι μωρό. Η Στέλλα ζυγίζει 29 κιλά, μπορεί και λιγότερο. Αν ανεβούμε δηλαδή μαζί στη ζυγαριά και ζυγιστούμε κι έπειτα διαιρέσουμε το αποτέλεσμα δια δύο προκύπτει το κανονικό βάρος. Τέλος πάντων, μου έδωσε ενάμισι ευρώ κι αγόρασα τη μηλόπιτα και την καταβρόχθισα.

17 Ιανουαρίου
Για ολόκληρες εβδομάδες ζούσα μέσα σε μια τρελή μουσική που δεν με άφηνε ούτε να κοιμηθώ. Σηκωνόμουν τη νύχτα και έχωνα το κεφάλι μου μέσα στο ψυγείο και έτρωγα ό,τι τραγουδούσε μελωδικότερα: έφαγα ακόμα και μια τούρτα που έφτιαξε η μαμά για να την πάμε δώρο στα γενέθλια της Στέλλας. Το τι επακολούθησε δεν περιγράφεται γι’ αυτό δεν σας το περιγράφω. Σας λέω μόνο αυτό: η μαμά είπε στον μπαμπά ότι πήρα τα γονίδια από το σόι του που είναι όλοι λαίμαργοι και χοντροί κι όχι από το δικό της σόι που είναι όλοι λιτοδίαιτοι και κομψοί. Ο μπαμπάς τσαντίστηκε και παρολίγο να χωρίσουν. Αρχίζω να φοβάμαι μήπως όλη αυτή η ιστορία με τα γλυκοτραγούδια και τις φαγητοφωνές διαλύσουν την οικογένειά μας. Δηλαδή θα γίνω χοντρή, θα μου πέσουν τα δόντια και θα φταίω κι από πάνω για χωρισμούς και διαζύγια.

1 Φεβρουαρίου
Για ολόκληρες εβδομάδες, ίσως και μήνες, όταν κοιμόμουν έβλεπα όνειρα στη «Χώρα του Γλυκόζ» - αυτό το εμπνεύστηκα από τη «Χώρα του Οζ» - όπου ακόμα και τα σπίτια ήταν φτιαγμένα από ζάχαρη και, επιπλέον, μιλούσαν. Όταν ο μπαμπάς με ξαναζύγισε είχα φτάσει τα 44,5 κιλά και τότε μπαμπάς και μαμά άρχισαν να φωνάζουν και να λένε ότι σε λίγο θα χρειάζεται να με περάσουν από τον τόρνο. Μα, τι θα πει αυτό; Δεν καταλάβαινα τι έλεγαν μεταξύ τους, το συμπέρασμα είναι ότι αποφάσισαν να με στείλουν να κάνω γυμναστική, αλλιώς, είπαν, θα πάθει η καρδιά μου. Για τα δόντια δεν έκαναν καμιά νύξη αυτή τη φορά.

5 Φεβρουαρίου
Πάω στη γυμναστική και βαριέμαι τρομερά και δεν μπορώ να πάρω τα πόδια μου. Το παρήγορο είναι ότι στην τάξη μας, του γυμναστηρίου, όλα τα παιδιά είναι χοντρά κι όταν πέφτουν κάτω νομίζεις ότι θα σκάσουν σαν ρόδια.

10 Φεβρουαρίου
Είμαι ένα δυστυχισμένο και χοντρό παιδί που ακούει φωνές! Τι άλλο μπορεί να τύχει στον άνθρωπο; Βλέπω τη Στέλλα και για πρώτη φορά θέλω να της δώσω ένα χαστούκι να δει πεταλούδες: είναι αδύνατη, αρέσει σε όλα τα αγόρια της τάξης και προσφάτως έχει γίνει τελείως ακατάδεχτη. Και κάθε μέρα μου ζητάει το ενάμισι ευρώ που της χρωστάω. Στο μεταξύ, ψυγείο και ντουλάπια φλυαρούν διαρκώς... Ο μπαμπάς τρώει λαχανικά και η μαμά μάς αγριοκοιτάζει όλους. Η μαμά μοιάζει με τη Στέλλα, τώρα το κατάλαβα. Τη Στέλλα έπρεπε να έχει για παιδί της, όχι εμένα. Τι να με κάνει εμένα τη χοντρή...

28 Φεβρουαρίου
Τις τελευταίες μέρες συμβαίνει κάτι πιο τρελοπαράξενο κι απ’ τις φωνές. Στο σπίτι επικρατεί ησυχία. Το ψυγείο έχει μέσα κάτι μοβ λαχανικά, που φαίνονται άνοστα, ένα μπουκάλι άπαχο γάλα που στη γεύση μοιάζει με νερό (το δοκίμασα), δυο πράσινα μήλα και λίγο ωμό κρέας. Όλα σιωπηλά. Στα ντουλάπια υπάρχει ένα κουτί μαύρο ρύζι και καφές. Τίποτ’ άλλο! Σιωπή...

29 Φεβρουαρίου
Είδα τον μπαμπά ν’ ανεβαίνει στη ζυγαριά κι έπειτα ν’ αγκαλιάζει τη μαμά και η μαμά να του δίνει φιλάκια! «Μπράβο σου!» του είπε.
Για να σου πει η μαμά μπράβο πρέπει να ‘χεις κάνει κατόρθωμα.
Στο μεταξύ, σιωπή μες στο σπίτι. Στο σχολείο κάτι μικρές φωνούλες μόνο... Νομίζω πως, αν η μηλόπιτα είχε σαντιγί, θα φώναζε περισσότερο. Δεν έχει σαντιγί, είναι σκέτη. Ό,τι δεν έχει σαντιγί είναι βαρετό.

1 Μαρτίου
Σιωπή στο σπίτι. Άδειο το ψυγείο, άδεια τα ντουλάπια. Η μαμά μαγειρεύει λίγο κρέας, βάζει κάτι λουλούδια δίπλα, για γαρνιτούρα, και τρώμε. Ύστερα μας δίνει ένα μήλο. Ο μπαμπάς λέει «το τραπέζι του πόνου», κατά το «κρεβάτι του πόνου». Αλλά όταν ζυγίζεται η μαμά του δίνει φιλάκια. Θέλω κι εγώ να μου δώσει φιλάκια.

4 Μαρτίου
Κάτι ακόμα πιο τρελοπαράξενο σήμερα. Μάλλον μια σειρά από τρελοπαράξενα: πρώτον, φάγαμε ένα ψάρι που φαινόταν αηδιαστικό αλλά είχε ενδιαφέρουσα γεύση (όχι σαν τη σαντιγί, άλλου είδους ενδιαφέρουσα γεύση). Δεύτερον, η Στέλλα με ρώτησε: «Σταμάτησες να τρως σα γουρούνι;» Ακούστε τι μου είπε! Κι ενώ ετοιμάστηκα να τη μισήσω, απάντησε μοναχή της: «Σταμάτησες να τρως σα γουρούνι». Γιατί οι άνθρωποι απαντάνε μοναχοί τους ποτέ δεν θα μάθω. Τρίτον, γλίτωσα τον τρελογιατρό. Στον τρελογιατρό πήγε ο μπαμπάς και η μαμά! Καταπληκτικό; Το κατάλαβα από ένα τηλεφώνημα: μιλούσαν και οι δυο μαζί από δυο διαφορετικές συσκευές και έλεγαν ότι ναι, όλα πάνε καλύτερα, ότι ακολούθησαν τις οδηγίες, ναι, ναι, βεβαίως, ότι και οι ίδιοι έβαλαν πρόγραμμα υγιεινής και λιτής διατροφής, ναι, ναι, κομμένες οι τούρτες και τα εκλέρ και τα παγωτά, ναι, ναι, πόσο δίκιο είχατε γιατρέ μου.

5 Μαρτίου
Ζυγιστήκαμε μαζί με τον μπαμπά που έχει αδυνατίσει κι έχει γίνει κούκλος όπως όταν τον γνώρισε η μαμά. Δεν ξέρω πόσο ζυγίζω αλλά μαζί με τον μπαμπά είμαστε 100 κιλά. Ο μπαμπάς είναι πανευτυχής και είπε ότι αυτό πρέπει να κάνουμε: να τρώμε όμορφα μαζί και όταν ζυγιζόμαστε να μην ξεπερνάμε τα 100 κιλά – τώρα δηλαδή που είμαι μικρή. Αργότερα, μπορούμε να φτάσουμε και τα 110 χωρίς να κινδυνεύει να σπάσει η καρδιά μας. Όταν κατεβήκαμε από τη ζυγαριά η μαμά μάς φίλησε και τους δύο.

 

Διαβάστε την ιστορία όπως γράφτηκε αρχικά

 

bookbook.gr
κλείσιμο