Μονοπάτια
Η λέξη μονοπάτι αποκτά συχνά συμβολικό ή μεταφορικό νόημα. Κάθε άνθρωπος, κάθε έννοια, κάθε δραστηριότητα μπορεί να χαράξει ή να ακολουθήσει το «μονοπάτι» της.
Ένα μονοπάτι έχει όλα τα χαρακτηριστικά –σημάδια που πρέπει να βάζεις για να μην χάσεις το δρόμο σου, σκοτεινά ή δύσβατα μέρη, στάσεις που σταματάς για να ξαποστάσεις- που εύκολα μπορεί να συμβολίσει την ίδια τη ζωή. Για τους ανθρώπους που ζουν κυρίως στις πόλεις πιο συχνά χρησιμοποιείται συμβολικά και μεταφορικά παρά γιατί χρησιμοποιεί κάποιος ένα μονοπάτι για να περπατήσει, να φτάσει τον προορισμό του.
Τα μονοπάτια υπάρχουν: Ένα ολόκληρο δίκτυο από αυτά διασχίζει τη χώρα μας. Χωμάτινα, ανηφορικά, δύσβατα, πνιγμένα στο πράσινο, πάνω σε άνυδρα νησιά, όλα τα είδη από μονοπάτια μπορεί να συναντήσει και να περπατήσει κανείς. Αυτό το δίκτυο με το δικό του τρόπο κρύβει πολλά μικρά κομμάτια της ιστορίας μας. Εμπορικές διαδρομές, επικοινωνίες μεταξύ των κατοίκων, αλλά και έρωτες σε κρυφές πηγές, παιχνίδια στις κρυψώνες τους, χαρές στα ξωκλήσια τους, πανηγύρια, γλέντια. Γενιές έρχονται, φεύγουν, αλλάζουν, τα μονοπάτια περπατιούνται…
Σήμερα όμως, νιώθουμε πως είναι άχρηστα, εύκολα αποφασίζουμε να τα κάνουμε δασικούς δρόμους να περνούν και τα αυτοκίνητα. Η μπουλντόζα παρασέρνει τα άσπρα χαλικάκια που κάποιος έριξε για να θυμάται το δρόμο του, το πεζούλι που κάτσαμε να ξεδιψάσουμε, το σημείο που συναντηθήκαμε με ένα γέρο πεζοπόρο σε μια διχάλα και τον ρωτήσαμε για το ποια κατεύθυνση πρέπει να πάρουμε. Αν με κάτι μοιάζουν τα μονοπάτια είναι η μνήμη μας –βάζουμε σημάδια για να μην ξεχνάμε, έχουν σκοτεινά κομμάτια, κενά μνήμης, στάσεις που κάνουμε με γιορτές, χαρές, λύπες για να οριοθετούμε το χρόνο. Καταστρέφοντας αυτό το ζωτικό άλλοτε, δίκτυο καταστρέφουμε ένα κομμάτι της μνήμης μας, ένα κομμάτι της ζωντανής ιστορίας μας...
Τσίντζινα, Η διαδρομή Αγιά Μαρίνα – Κελί
(Γεωργία Κακούρου Χρόνη)
Παξιμάδι, νερολιές και ντομάτα. Τα δυο μικρά σκαλιστήρια και το ξινάρι για τον παππού. Η διαδρομή Αγιά Μαρίνα-Κελί. «Θα πάμε να καθαρίσουμε την πηγή του Κελιού» αποφάσιζε ο παππούς και τα δυο εγγόνια του δεν πρόβαλαν καμιά αντίρρηση. Μια ακόμη περιπέτεια με τον παππού σαν εκείνες που ζούσε ο φίλος τους ο Ροβινσώνας. Τα μάτια τους άνοιγαν στην προσμονή. «Κι εδώ παντρεύτηκες, παππού; Στην Αγιά Μαρίνα; Και ανέβηκαν οι καλεσμένοι από το μονοπάτι έως εδώ με τα καλά τους;». «Βέβαια, και μετά κατεβήκαμε στη Βρύση του Μεταξωτού και με τραπέζι και καρέκλες τα ελατοκλώναρα, κάναμε το τραπέζι του γάμου». Απαντούσε ο παππούς. «Το ζούσαμε το βουνό, και μας ζούσε κι εκείνο» συμπλήρωνε σκεπτικός κι άφηνε τις σκέψεις του χωρίς επεξηγήσεις, μετέωρες, να μπολιάζουν τα παιδιά. «Κι ό,τι πιάσει» ήταν η συνήθης αποστροφή του σε μένα...
δείτε όμως και: Μονοπάτια στο Εθνικό Πάρκο Σχινιά Μαραθώνα
οδηγοί ελληνικών μονοπατιών |